3.4.
Ποιος όρος των δανείων αποδεικνύει την τοκογλυφία των τραπεζών;

Με βάση τον νόμο περί τοκογλυφίας, υπάρχει τοκογλυφία, όταν υπάρχει εκβιασμός πάνω στην αδυναμία του δανειολήπτη. Εκβιασμός υπάρχει, όταν υπάρχει ανάμεσα στους όρους του δανείου και ο όρος για την ΑΝΑΓΝΩΡΙΣΗ ΥΠΟΛΟΙΠΟΥ. Τι είναι αυτός ο όρος;   ΔΙΑΒΑΣΤΕ  ΓΙΑΤΙ ΟΙ ΚΟΥΤΟΥΛΙΕΣ ΘΑ ΑΡΧΙΣΟΥΝ ΣΥΝΤΟΜΑ.........ΓΙΑ ΤΗΝ ΣΥΝΕΧΕΙΑ   απο το αποκαλυπτικό απόσπασμα του ΤΡΑΪΑΝΟΥ  
                                    ΚΑΝΤΕ ΚΛΙΚ    ΕΔΩ

3.1.
Τι σημαίνει τραπεζική "πίστη";

Οι τράπεζες καταφέρνουν και κερδοσκοπούν, επειδή ακριβώς αμφισβητούν τα θεμέλια της δικής τους ύπαρξης. Κερδοσκοπούν, αμφισβητώντας οι ίδιες την έννοια της "πίστης", πάνω στην οποία στηρίζεται η ίδια η τραπεζική λειτουργία. Τι σημαίνει τραπεζική "πίστη"; Ακριβώς αυτό το οποίο περιγράφει η ίδια η έννοια. Υπάρχει "πίστη" μεταξύ του δανειοδότη και του δανειο­δοτούμενου.
Ο δανειοδοτούμενος απολαμβάνει a priori την εμπιστοσύνη της τράπεζας. Δεν χρειάζεται δηλαδή ν' αποδείξει ότι είναι αξιόπιστος. Είναι αξιόπιστος από τη στιγμή που περνάει το κατώφλι της τράπεζας. Αν είναι αναξιόπιστος, θα το δείξει η "πορεία" της συνεργασίας και άρα θ' αποδειχθεί εκ των υστέρων. Η αναξιοπιστία για την εύρυθμη τραπεζική λειτουργία είναι ένα φαινόμενο το οποίο εμφανίζεται a posteriori. Υπάρχει δηλαδή δεδομένη η καλοπιστία μεταξύ των συμβαλλόμενων πλευρών. Υπάρχει εκ των προτέρων εμπιστοσύνη μεταξύ αυτών των πλευ­ρών. Πρακτικά αυτό σημαίνει ότι η τράπεζα "πιστεύει" πως αυτός ο οποίος μπαίνει στο κατάστημά της και παίρνει υπό μορφή δανείου τα χρήματά της είναι τίμιος και θα της τα επιστρέψει. Δεν έχει στόχο ούτε να της τα "φαει" κι ούτε θα τον κυνηγάει για να της τα επιστρέψει.
Η τράπεζα "πιστεύει" ότι όλοι οι πελάτες είναι τίμιοι και τους αντιλαμβάνεται ως αξιόπιστους συνεργάτες της. Αυτό είναι η τραπεζική "πίστη". Όλοι οι πολίτες είναι δυνάμει πελάτες της τράπεζας, γιατί όλοι έχουν την καλή "μαρτυρία", η οποία βεβαιώνεται από την τραπεζική "πίστη". Αυτή είναι η βάση της τραπεζικής λειτουργίας. "Πιστεύει" η τράπεζα σ' αυτό το οποίο κάνεις και συμμετέχει στην όποια επενδυτική επιλογή σου. "Πιστεύεις" εσύ στην "πίστη" της τράπεζας και θεωρείς ότι σε βοηθάει στην προσπάθειά σου και ότι δεν σου στήνει παγίδα. Τα πάντα δηλαδή κινούνται μέσα σ' ένα πνεύμα αμοιβαίας εμπιστοσύνης, σεβασμού, ειλικρίνειας και βέβαια ισότητας σ' ό,τι αφορά τις υποχρεώσεις. Άλλωστε η ίδια η Ένωση Ελληνικών Τραπεζών έχει εκπονήσει και έχει δημοσιεύσει ένα κείμενο το οποίο τιτλοφορείται ως "Κώδικας Τραπεζικής Δεοντολογίας". (Παράρτημα 5).
Ο κώδικας αυτός έχει δεσμευτικό χαρακτήρα, δεδομένου ότι έχει εγκριθεί ομόφωνα από τη Γενική Συνέλευση της Ένωσης Τραπεζών της 12ης Μαρτίου 1997. Τι προβλέπει αυτός ο κώδικας; Στο άρθρο 2 λέει: " Οι συναλλαγές κάθε τράπεζας με τους πελάτες της διέπονται από πνεύμα αμοιβαίας εμπιστοσύνης και για τον λόγο αυτό επιδιώκεται πάντα, και από τα δύο μέρη, η ειλικρινής και συστηματική αλληλοενημέρωση για όλα τα θέματα που αφορούν τη μεταξύ τους σχέση", και συνεχίζει στο άρθρο 3 "οι Τράπεζες κατά την διεξαγωγή των συναλλαγών παρέχουν, κατά περίπτωση τις απαραίτητες πληροφορίες με σαφήνεια, απλότητα και πληρότητα".

3.2.
Ποιοι αμφισβητούν αυτήν την "πίστη";
Από πού ξεκινάει το φαινόμενο της τοκογλυφίας;

Ποιοι αμφισβητούν τα θεμέλια της τραπεζικής λειτουργίας; Αυτοί οι οποίοι επωφελούνται από αυτήν και άρα οι ίδιες οι τράπεζες. Οι ίδιες οι τράπεζες, που έχουν ανάγκη από αυτήν την "πίστη", προκειμένου να έλξουν τους πελάτες τους. Οι ίδιες οι τράπεζες, οι οποίες έχουν ανάγκη αυτήν την "πίστη", για να εξασφαλίσουν τη νομιμότητα και να διαφοροποιούνται από τα παράνομα υπόγεια των κακοποιών τοκογλύφων. Το κράτος, που τους δίνει την άδεια να ασκήσουν τη δραστηριότητά τους, βασίζεται στη διαβεβαίωσή τους ότι θα σέβονται την τραπεζική "πίστη". Σε άλλη περίπτωση δεν τους αναγνωρίζει το δικαίωμα να λειτουργούν. Αυτό λέει το άρθρο 4 του νόμου 2076. Απαγορεύεται σε πρόσωπα ή σε επιχειρήσεις, που δεν αποτελούν πιστωτικά ιδρύματα, η κατ' επάγγελμα αποδοχή καταθέσεων χρημάτων ή άλλων αξιών από το κοινό, καθώς και η κατ' επάγγελμα χορήγηση δανείων.
Το κράτος δηλαδή διαχωρίζει τα πιστωτικά ιδρύματα από τους κοινούς τοκογλύφους και οι τράπεζες είναι αυτές οι οποίες έχουν ανάγκη αυτόν τον διαχωρισμό. Οι ίδιες οι τράπεζες έχουν ανάγκη τον νόμο, όχι μόνον για να μπορούν να λειτουργούν, αλλά και για λόγους "εικόνας". Το έχουν ανάγκη, για να μπορούν να έλκουν πελάτες, οι οποίοι δεν θα φοβούνται μήπως, περνώντας το κατώφλι τους, έρθουν αντιμέτωποι με συμμορίες ληστών και τοκογλύφων. Αυτήν όμως την κρατική "βεβαίωση", την οποία έχουν απόλυτη ανάγκη, μπορούν να την εξασφαλίσουν μόνον για όσο διάστημα σέβονται τους κανόνες τις τραπεζικής "πίστης".
Πώς αποδεικνύεται ότι την τραπεζική "πίστη" την αμφισβητούν κατά πρώτο λόγο οι ίδιες οι τράπεζες; Από το γεγονός ότι, για να προχωρήσουν στην έκδοση ενός δανείου, ζητάνε εγγυήσεις σαν ν' απευθύνονται σ' έναν άνθρωπο ο οποίος είναι τουλάχιστον αναξιόπιστος αν όχι απατε­ώνας. Έναν άνθρωπο, που, αν δεν είναι απατεώνας, είναι σίγουρα βλάκας και θα χάσει τα χρήματά τους. Ένας βλάκας, ο οποίος, σε περίπτωση που θα πτωχεύσει, θα πρέπει τουλάχιστον να έχει εξασφαλίσει τα χρήματα της τράπεζας. Ένας βλάκας, που στην "αποτυχημένη" ζωή του δεν θα πρέπει να βλάψει την τράπεζα. Αυτό αποδεικνύει η εμμονή της τράπεζας να ζητάει υποθήκες, που τις περισσότερες φορές υπερβαίνουν το τετραπλάσιο ή το πενταπλάσιο της αξίας του δανείου του οποίου παραχωρεί.
Τα ακόμα χειρότερα όμως είναι άλλα. Έστω ότι κατανοούμε την "αγωνία" της τράπεζας, προκειμένου να διασφαλίσει τα χρήματά της, τα οποία είναι και χρήματα των καταθετών της. Θα μπορούσε η τράπεζα, χωρίς ν' αμφισβητεί την τραπεζική "πίστη", να προσδιορίζει το ύψος των υποθηκών μόνο και μόνο για να δίνει ένα "κίνητρο" φόβου στους δανειολήπτες, προκειμένου αυτοί να είναι συνεπείς στις υποχρεώσεις τους. Αυτό όμως δεν συμβαίνει. Η τράπεζα είναι κακό­πιστη. Όμως, όταν είναι κακόπιστη, λειτουργεί παράνομα, εφόσον λειτουργεί σαν τους κοι­νούς τοκογλύφους. Οι τοκογλύφοι επενδύουν στο "θάνατο" και όχι στη "ζωή". Οι τοκογλύφοι τρίβουν τα χέρια τους όταν οι "συνεργάτες" τους δεν μπορούν να επιστρέψουν τα δανεικά. Γιατί; Γιατί είναι η περιουσία που τους ενδιαφέρει και όχι η επιστροφή των δανείων και οι νόμιμοι τόκοι. Αυτή είναι η διαφορά μεταξύ τραπεζικής "πίστης" και τοκογλυφικής "απιστίας". Η "πίστη" είναι όμως αυτή η οποία δίνει νομιμότητα στις τράπεζες, εφόσον σε άλλη περίπτωση θα έκαναν κι αυτές αυτό που κάνουν οι τοκογλύφοι. Θα αναζητούσαν θύματα σε σκοτεινές γωνίες και απρόσιτα υπόγεια. Αυτό που έκαναν κατά κύριο λόγο οι περισσότεροι από τους ιδρυτές των τραπεζών στα χρόνια τα "ηρωικά".
Οι καταχρηστικοί όροι αυτό ακριβώς αποδεικνύουν. Αποδεικνύουν την κακοπιστία της τρά­πεζας και άρα την παράνομη λειτουργία της, η οποία κρύβεται κάτω από την "προβιά" της νομιμό­τητας. Αποδεικνύουν ότι η τράπεζα προσπαθεί να επωφεληθεί από την αδυναμία του πελάτη της, προκειμένου να επωφεληθεί από τον οικονομικό του θάνατο. Η τράπεζα δεν αναζητεί πελάτες, για να πάρει μερίδιο από την επιτυχία τους. Η τράπεζα αναζητεί πελάτες, για ν' αρπάξει λεία από το θάνατό τους. Η τράπεζα αναζητεί ανθρώπους που "πνίγονται", για να τους πετάξει ένα σωτήριο "αμόνι". Γίνεται ένας "βρόχος" θανάτου για τους πελάτες της και όχι ένα "πιάτο" τροφής για να συνεχίσουν αυτοί το δρόμο τους. Πώς αποδεικνύεται αυτό; Από τους εκβιαστικούς όρους τους οποίους θέτει προκειμένου να δανειοδοτήσει. Όρους, τους οποίους άνετα θα χαρακτηρίζαμε καταχρηστικούς, εφόσον αποκαλύπτουν τις κερδοσκοπικές προθέσεις της τράπεζας. Όρους, που αποκαλύπτουν ότι η συνεργασία τράπεζας και δανειολήπτη δεν είναι συνεργασία η οποία στηρί­ζεται στην "πίστη", αλλά στην πονηριά και την κακοπιστία της τράπεζας.
Τι σημαίνουν πρακτικά αυτά; Τα εξής απλά. Η τράπεζα έχει φροντίσει και την ώρα της αδυνα­μίας ή της ανάγκης του "συνεργάτη" της, τον βάζει να υπογράφει όρους που είτε αποδεικνύουν την κακοπιστία της είτε είναι παντελώς παράνομοι. Για παράδειγμα ένας από τους όρους του δανείου είναι η τύχη του σε περίπτωση που ο δανειολήπτης αδυνατεί να εξοφλήσει μια οποια­δήποτε δόση του δανείου. Η τράπεζα στην περίπτωση αυτήν έχει το δικαίωμα να καταγγέλλει μονομερώς τη σύμβαση, πράγμα παντελώς παράλογο και βέβαια παράνομο, εφόσον για την παρανομία του έχουν αποφανθεί την ελληνικά δικαστήρια. Απόφαση Εφετείου Αθηνών με αριθμό 5253/2003. Η τράπεζα στην περίπτωση αυτήν μετατρέπει το δάνειο σε ληξιπρόθεσμη οφειλή. Ζητάει από αυτόν ο οποίος αδυνατεί να εξοφλήσει μια δόση να εξοφλήσει το σύνολο του δανείου. Αυτή είναι η αποκάλυψη των προθέσεών της. Πρόθεσή της είναι να "κατασπαράξει" τον δανειολήπτη. Πρόθεσή της είναι να κατασπαράξει αυτόν που —πάνω στην αδυναμία του—αναγκάστηκε να υποθηκεύσει την περιουσία του, η οποία ήταν πολλαπλάσια της αξίας του δα­νείου. Υποθήκες τις οποίες συνυπέγραψε ο δανειολήπτης και στηριζόμενος στην τραπεζική "πίστη" δεν αμφισβήτησε τις καλές προθέσεις τις τράπεζας. Όταν λοιπόν γίνεται αυτό, δεν υπάρχει "πίστη". Η τράπεζα απλά βιάζεται να εκμεταλλευτεί τη στιγμιαία αδυναμία του δανειολήπτη, προκειμένου να του πάρει την περιουσία. Στόχος της γίνεται να του πάρει το σπίτι.

3.3.
Ποια είναι η συμπεριφορά της τράπεζας που επιβάλλεται από την τραπεζική "πίστη";

Αν υπήρχε "πίστη", θα υπήρχε από την πλευρά της συμπεριφορά συνεργάτη και όχι συμπερι­φορά εκβιαστή τοκογλύφου. Τι θα γινόταν στην περίπτωση που για τον οποιονδήποτε λόγο ο δανειολήπτης δεν εξοφλούσε εμπρόθεσμα μια δόση του δανείου του; Η τράπεζα θα καλούσε τον πελάτη της και θα μελετούσε την περίπτωσή του. Θα καθόταν από κοινού και θα μελετούσαν την κατάσταση, εφόσον χρηματολήπτης και χρηματοδότης είναι συνέταιροι, καθώς προσβλέπουν στο κέρδος από το ίδιο κεφάλαιο. Θα καταλάβαινε αν αυτή η αδυναμία του συνεταίρου-πελάτη της είναι στιγμιαία ή όχι. Θα καταλάβαινε αν αυτός είχε πρόθεση να επιστρέψει τα χρήματα ή όχι. Ένας άνθρωπος, που "τρέχει" μια επιχείρηση μεγάλης αξίας, δεν έχει λόγο να χαλάει το "όνομά" του για ένα δάνειο. Από αυτήν τη μελέτη θα προέκυπτε η συμπεριφορά της και βέβαια οι συμβουλές της.
Αυτά όλα η τραπεζική "πίστη" τα θεωρεί δεδομένα. Σε μια τέτοια περίπτωση δεν θα έβαζε το πιστόλι στον "κρόταφο" του υποτιθέμενου συνεργάτη της. Αυτού, που, εξαιτίας της κοινής τους "πίστης", τον εμπιστεύεται. Θα τον βοηθούσε σε περίπτωση που διέκρινε προοπτικές. Θα άλλαζε το ύψος των δόσεων στο διάστημα που ο "συνεργάτης" της αντιμετώπιζε οικονομική δυσκολία. Αυτό θα πει συνεργασία. Να ελαφρύνεις τις υποχρεώσεις του συνεργάτη σου μέχρι αυτός να ορθοποδήσει και να μπορέσει να καλύψει τις υποχρεώσεις του απέναντι σου. Να σέβε­σαι την αδυναμία του, όταν αντιμετωπίζει πρόβλημα. Ακόμα και ο νόμος έχει αυτές τις "ευαισθη­σίες". Ευαισθησίες, που δεν επέδειξαν οι τραπεζικοί υπάλληλοι, οι οποίοι σήμερα θέλουν να φορτώσουν τις συντάξεις τους στον ίδιο τον κόσμο που κατέστρεψαν. Ακόμα και ο νόμος αντιλαμβάνεται τα προβλήματα που μπορεί να έχει ένας συνεργάτης. Δεν σε αφήνει να τον αντιμετωπίσεις σαν εχθρό, αλλά ως φίλο που έχει πρόβλημα και γι' αυτόν τον λόγο δεν μπορεί να είναι συνεπής στις υπο­χρεώσεις του. Νόμος 363 αστικού κώδικα προβλέπει ότι ο δανειολήπτης απαλλάσ­σεται από την οφειλή όταν του παρουσιαστεί σοβαρό πρόβλημα υγείας.
Αυτό το οποίο έχει σημασία είναι το εξής: Όταν υπάρχει "πίστη" και άρα εμπιστοσύνη, δεν υπάρχει περίπτωση να αδικηθεί η τράπεζα, γιατί απλούστατα έχει τις δυνατότητες να ελέγχει την κατάσταση. Είναι εύκολο να καταλάβεις από τις δραστηριότητες κάποιου ποιες είναι οι προθέσεις του. Είναι εύκολο να καταλάβεις αν είναι κακόβουλος ή αν αντιμετωπίζει πραγματικό πρόβλημα. Γιατί είναι εύκολο; Γιατί η τράπεζα μπορεί να δει τι έχει κάνει ο πελάτης της με τα χρήματά της. Αν επενδύει και περιμένει την απόδοση των επενδύσεων, δεν είναι κακόβουλος. Αν η απόδοση καθυστερεί για λόγους που δεν μπορεί να τους ελέγξει ο ίδιος, δεν αλλάζει η εικόνα της αξιο­πιστίας του. Αν ο πελάτης δεν επενδύει, δεν υπάρχει περίπτωση είσπραξης απόδοσης και αυτό είναι απόδειξη κακοπιστίας. Αν με τα χρήματα της τράπεζας αγοράζει αυτοκίνητα και κάνει "μεγάλη" ζωή, είναι αναξιόπιστος.
Όταν λοιπόν υπάρχει τραπεζική "πίστη" και αντιμετωπίζει ο ένας τον άλλο με τον δέοντα σεβασμό και εκτίμηση είναι εύκολη η συνεργασία. Όταν αυτή δεν υπάρχει, γίνεται αυτό το οποίο γίνεται σήμερα. Περιμένεις το θύμα σου στη "γωνία", ώστε στην πρώτη ευκαιρία να το "πυρο­βο­λήσεις". "Πυροβολείς" αυτόν που υποτίθεται είναι συνεργάτης, όταν στην πρώτη του δυσκο­λία τού ζητάς το σύνολο του δανείου. Στηρίζεσαι στο γεγονός ότι είναι αδύναμος. Ότι δεν θα προλάβει να καλύψει τις υποχρεώσεις του εμπρόθεσμα. Του βάζεις μια "χειροβομβίδα" στα χέρια και παρα­καλάς να μην προλάβει να την ξεφορτωθεί, για να σκάσει στα χέρια του. Αυτό ακριβώς κάνουν οι τράπεζες. Δίνουν δάνεια-χειροβομβίδες και κάνουν τα αδύνατα δυνατά για να μην προλάβουν οι πελάτες τους να τις ξεφορτωθούν από πάνω τους. Ακόμα κι όταν αργεί η ώρα της "έκρηξης", αυτές σπεύδουν να την επιταχύνουν. Δεν εξηγείται αλλιώς. Όταν ο άλλος δεν μπορεί να είναι συνεπής σε μια δόση ενός δανείου, μπορεί να το αποπληρώσει στο σύνολό του; Αυτό δεν είναι "πίστη". Αυτό είναι εγκληματική κακοπιστία, που στόχο έχει την τοκογλυφία.

3.4.
Ποιος όρος των δανείων αποδεικνύει την τοκογλυφία των τραπεζών;

Με βάση τον νόμο περί τοκογλυφίας, υπάρχει τοκογλυφία, όταν υπάρχει εκβιασμός πάνω στην αδυναμία του δανειολήπτη. Εκβιασμός υπάρχει, όταν υπάρχει ανάμεσα στους όρους του δανείου και ο όρος για την ΑΝΑΓΝΩΡΙΣΗ ΥΠΟΛΟΙΠΟΥ. Τι είναι αυτός ο όρος; Καθαρός εκβιασμός. Η τράπεζα απειλεί με προγράμματα πλειστηριασμών τους πελάτες της, που για τον οποιονδήποτε λόγο δεν μπορούν τη δεδομένη στιγμή να καλύψουν τις υποχρεώσεις τους. Από τη στιγμή που μπορεί για μια καθυστερημένη δόση να μετατρέψει σε ληξιπρόθεσμη οφειλή το σύνο­λο του υπολοίπου χρέους, είναι εύκολο να τρομοκρατεί τους πελάτες της. Γιατί μιλάμε για εκβιασμό; Γιατί, πάνω στην αδυναμία και στο φόβο του δανειολήπτη θα στηριχθεί, για να του αποσπάσει την υπογραφή του για την αναγνώριση του υπολοίπου. Θα τον εκβιάσει και θα τον τρομοκρατήσει σε βαθμό ν' αναγνωρίζει όπως-όπως τα όσα θεωρεί η τράπεζα αυθαίρετα ότι της χρωστάει. Δεν θα του δώσει καθόλου χρόνο ν' αντιμετωπίσει την κατάσταση και θα του αποσπάσει την ενυπόγραφη "ομολογία" του. Από εκεί και πέρα "δένει" τις προηγούμενες αυθαιρεσίες της με την υπογραφή του θύματός της. Κλείνει έναν "κύκλο" αυθαιρεσιών και ξεκινάει από την αρχή έναν νέο. Με τον τρόπο αυτόν "διαγράφει" τις δικές τις προηγούμενες παρανομίες (έξοδα φακέλου, πανωτόκια, τιμωρίες κλπ.) και τις εμφανίζει σαν νέα παροχή. Με την υπογραφή του ο πελάτης αναγνωρίζει τα χρέη του σαν νέα παροχή της τράπεζας και ξεκινάει νέο κύκλο υποχρεώσεων από νέα αφετηρία. Αυτό είναι το ζητούμενο για την τράπεζα. Κάθε φορά που ο πελάτης της θα βρίσκε­ται σε δύσκολη θέση υπό το κράτος του φόβου και υπό την ασφυκτική πίεση του χρόνου, θα νομιμοποιεί όλες τις αυθαιρεσίες της και θα ξεκινάει από την αρχή, μέχρι να οδηγηθεί με μαθηματική ακρίβεια στην καταστροφή.
Σ' αυτό το σημείο μπορεί να καταλάβει ο αναγνώστης γιατί μιλάμε καθαρά για τοκογλυφία. Στο άρθρο 404 του αστικού κώδικα περιγράφεται επαρκώς το τι είναι η τοκογλυφία. Τι λεει αυτό το άρθρο; Ό,τι λέμε κι εμείς στην προηγούμενη παράγραφο. Άρθρο 404.-1.Όποιος σε δικαιοπραξία για την παροχή οποιασδήποτε πίστωσης, ανανέωσής της ή παράταση προθεσμίας πληρωμής εκμεταλλεύεται την ανάγκη, την πνευματική αδυναμία, την κουφότητα, την απειρία ή την ψυχική έξαψη εκείνου που παίρνει την πίστωση, συνομο­λογώντας ή παίρνοντας για τον εαυτό του ή για τρίτον περιουσιακά ωφελήματα, που ανάλογα με τις ειδικές περιστάσεις είναι προφανώς δυσανάλογα προς την παροχή του υπαιτίου, τιμωρείται με φυλάκιση μέχρι δύο ετών και με χρηματική ποινή. Ο ίδιος νόμος στις επόμενες παραγράφους του περιγράφει τις ποινές και βέβαια τα πρόσωπα που φέρουν την ευθύνη. Στην περίπτωση κατά την οποία ο τοκογλύφος είναι νομικό πρόσωπο, όπως συμβαίνει με τις τράπεζες, την ποινική ευθύνη τη φέρουν οι διοικητές και οι διευθυντές τους.
Οι τράπεζες με τον καταχρηστικό και καταδικασμένο όρο της δυνατότητας μονομερούς καταγ­γελίας της σύμβασης —λόγω καθυστέρησης δόσης— καταφέρνουν κι εκβιάζουν τα θύματά τους. Με τον τρόπο αυτόν κάνουν καταχρηστικό και τον όρο της αναγνώρισης υπολοίπου, εφόσον είναι ένας όρος ο οποίος προκύπτει από αυτόν τον εκβιασμό. Με την απειλή της κατάσχεσης της περιουσίας τους καταφέρνουν και τους αποσπούν τις υπογραφές τους. Τους προκαλούν ψυχική έξαψη και αυτό απαγορεύεται από τον νόμο. Τι σημαίνει ψυχική έξαψη; Ψυχική έξαψη είναι η υπερδιέγερση του θύματος η επιφέρουσα θόλωση της συνείδησης και περιέχουσαν πρόσφορο έδαφος για εκμετάλλευση. (Δ. Καρανίκας Γ' σελ. 619). Από τη στιγμή λοιπόν που υπάρχει αυτός ο όρος στα δάνεια, μπορεί κάποιος να κατηγορήσει τις τράπεζες για κατ' επάγγελμα τέλεση της τοκογλυφίας.
Αντιλαμβάνεται ο αναγνώστης ότι ο νόμος γνωρίζει ακριβώς τι συμβαίνει και γι' αυτό φροντίζει εκ των προτέρων να τα ελέγχει. Επειδή ακριβώς υπάρχει πάντα η πιθανότητα να μπουν οι τράπεζες στον πειρασμό της τοκογλυφίας, αναγκάζονται να δηλώσουν στα καταστατικά της ίδρυ­σής τους ότι δεν θα ασκούν τοκογλυφική δραστηριότητα. Αναγκάζονται ν' αποδεχθούν την έννοια της τοκογλυφίας όπως την περιγράφει ο νόμος και όχι όπως την αντιλαμβάνονται οι ίδιες. Ο νόμος δηλαδή δεν αφήνει τίποτε αφηρημένο και καλή τη πίστη. Ο νόμος θέλει να υπάρχει συνεργασία μεταξύ τραπεζών και πολιτών. Γιατί; Γιατί αυτή η συνεργασία ευνοεί το κοινωνικό σύνολο. Από αυτήν τη συνεργασία δημιουργείται ανάπτυξη. Δημιουργούνται νέες θέσεις εργασίας. Ισχυροποιούνται τα εθνικά συμφέροντα μέσω μιας ακμάζουσας οικονομίας, η οποία για την ανάπτυξή της απαιτεί επενδύσεις. Πάνω σ' αυτές τις ανάγκες αναλαμβάνει τον ρόλο του προστάτη των σχέσεων μεταξύ δανειοδοτών και δανειζόμενων. Γι' αυτόν τον λόγο επιβάλει στις τράπεζες να αντιμετωπίζουν τους πελάτες τους ως συνεργάτες τους και όχι σαν "λεία" τους.

Απόσπασμα από το βιβλίο:
«Η ΜΑΥΡΗ ΒΙΒΛΟΣ ΤΩΝ ΕΛΛΗΝΙΚΩΝ ΤΡΑΠΕΖΩΝ»

      ΤΟΥ   ΠΑΝΑΓΙΩΤΗ ΤΡΑΪΑΝΟΥ

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

Όλες οι απαντήσεις που έχουν ως στόχο να προάγουν τον διάλογο και την ανεύρεση της αλήθειας καλοδεχούμενες, σχόλια και απαντήσεις που είναι εκτός θέματος και δεν ταιριάζουν σε έλληνες θα απορρίπτονται χωρίς κανέναν ενδοιασμό .